extravÍo - ορισμός. Τι είναι το extravÍo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι extravÍo - ορισμός


extravío      
extravío
1 m. Acción y efecto de extraviar[se].
2 Perturbación o molestia causada en la vida de alguien. Extorsión, trastorno.
3 Desorden o *libertinaje en las costumbres.
extravío      
sust. masc.
1) Acción y efecto de extraviar o extraviarse.
2) fam. Molestia, perjuicio.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για extravÍo
1. Lo responsabilizaron por el extravío de más de 60 casetes con escuchas telefónicas.
2. Extravío furtivo en los ojos de Valéry Giscard dEstaing, y después: "¿Arte?" Asiento.
3. Aquel extravío había ocurrido también a comienzos de ańo, durante los primeros días posteriores a la tragedia.
4. A la espera de Guardiola, un entrenador con botas, son tiempos de extravío azulgrana.
5. Ambos se han implicado después de un año de extravío; "aspiramos a que Ronnie, a sus 27 años, siga por el mismo camino" expone la junta.
Τι είναι extravío - ορισμός